Κλείδωμα δακτύλου: Πώς θεραπεύεται ο εκτινασσόμενος δάκτυλος

εκτινασσόμενο δάκτυλο δάχτυλο πόνος χέρι trigger finger

Ένας επαναστατικός τρόπος για να απαλλάξει τους ασθενείς από τον πόνο και την περιορισμένη λειτουργικότητα που προκαλείται στο χέρι από τον εκτινασσόμενο δάκτυλο σε ελάχιστο χρόνο και απολύτως ανώδυνα.

Η ανοιχτή χειρουργική επέμβαση, στην οποία υποβάλλονταν παλαιότερα οι ασθενείς και απαιτούσε πολύμηνη μετεγχειρητική ανάρρωση, ανήκει στο παρελθόν.

Σήμερα υπάρχει η δυνατότητα διαδερμικής διάνοιξης, μιας επέμβασης που προσφέρει γρήγορη θεραπεία, χωρίς την πιθανότητα επιπλοκών, η οποία γίνεται με τομές μόλις 1 χιλιοστού!

Πώς προκαλείται, όμως, αυτή η συχνή πάθηση;

Όπως μας εξηγεί ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός Dr Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, MD, FRCS, τα δάκτυλα κινούνται από τους τένοντες, οι οποίοι συγκρατούνται στα οστά από μια σειρά συνδέσμων, που ονομάζονται δακτυλιοειδείς. Αυτοί σχηματίζουν ένα τόξο στην επιφάνεια των οστών, που είναι ένα είδος σήραγγας ή θήκης μέσα στην οποία εκτείνεται και κινείται ο τένοντας κατά μήκος του οστού. Όταν ο τένοντας καταπονείται, κινείται δηλαδή επανειλημμένα επί μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στη θήκη προκαλείται ερεθισμός, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε πρήξιμο (οίδημα) του τένοντα ή της θήκης (εάν ο ερεθισμός δεν υποχωρεί επαρκώς με την ξεκούραση) και στη δημιουργία ενός ογκιδίου (οζίδιο).

Όταν το δάχτυλο είναι τεντωμένο, το ογκίδιο βρίσκεται στην άκρη του δακτυλιοειδούς συνδέσμου. Όταν κάμπτεται, το οζίδιο μπαίνει κάτω από αυτόν, οπότε ο ασθενής νιώθει μια αναπήδηση, ένα κλικ στην παλάμη. Εάν το οζίδιο μεγαλώσει αρκετά μπορεί να περάσει κάτω από τον σύνδεσμο και να κολλήσει σε κάποιο σημείο, οπότε το δάχτυλο “κλειδώνει” σε θέση κάμψης.

Διάγνωση

Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος (στενωτική τενοντοθηκίτιδα δακτύλων ή στενωτική τενοντοελυτρίτιδα, όπως ονομάζεται επιστημονικά) είναι μια πάθηση που εμφανίζεται συχνότερα στα δάκτυλα του χεριού. Για τη διάγνωσή του δεν χρειάζεται καμία εξειδικευμένη απεικονιστική εξέταση, παρά μόνο η κλινική εξέταση, κατά τη διάρκεια της οποίας ο ορθοπαιδικός  ελέγχει τα σημεία του πόνου, την ομαλότητα της κίνησης καθώς και το κλείδωμα του δακτύλου, δηλαδή εάν το δάκτυλο “μαγκώνει” κατά το άνοιγμα και το κλείσιμό του.

Θεραπεία

Η θεραπεία εξαρτάται από τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της πάθησης. Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει τη χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων που αποσκοπούν στη μείωση του πόνου και του οιδήματος, την ξεκούραση, την τοποθέτηση νάρθηκα τη νύχτα και τη φυσικοθεραπεία. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις συστήνεται η χορήγηση ενέσιμων στεροειδών, η οποία ανακουφίζει πρόσκαιρα τον πόνο, μειώνοντας τη φλεγμονή. Όταν αυτές οι θεραπείες δεν φέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, η μόνη λύση είναι η χειρουργική αποκατάσταση.

Η κλασική (ανοιχτή) επέμβαση απελευθέρωσης του ελύτρου γίνεται σε χειρουργείο, υπό τοπική αναισθησία. Για την πραγματοποίησή της απαιτείται μια τομή 1,5 έως 2,0 cm, που αλλάζει τη συνοχή του ιστού πάνω από τον δακτυλιοειδή σύνδεσμο, και 2 ή 3 ράμματα. Για την πλήρη αποκατάσταση ίσως να χρειαστούν έως 6 μήνες, συχνά με τη συμβολή φυσικοθεραπειών.

Η σύγχρονη μέθοδος θεραπείας

Η εξέλιξη, όμως, της τεχνολογίας επέτρεψε την εκτέλεση αυτής της εγχείρησης με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο, προσφέροντας ασφάλεια στον ασθενή και γρήγορη επιστροφή στις καθημερινές του δραστηριότητες.  Όπως επισημαίνει ο Dr Τριανταφυλλόπουλος, η διαδερμική διάνοιξη στις μέρες μας πραγματοποιείται με ένα σύγχρονο εργαλείο που προσδιορίζει το τμήμα του τενόντιου ελύτρου που έχει υποστεί στένωση με υπέρηχο και το κόβει, κάνοντας δύο μικροσκοπικές τομές. Το σημαντικό είναι ότι με το συγκεκριμένο εργαλείο αποκλείεται η πρόκληση βλάβης σε κάποιο άλλο υγιές σημείο.

Οι τομές δεν απαιτούν ράμματα, παρά μόνο περίδεση και η πλήρη ανάρρωση επιτυγχάνεται σε ελάχιστες ημέρες. Έτσι, η επιστροφή στην εργασία γίνεται πολύ γρήγορα, χωρίς να υπάρχει η σημαντική απώλεια εισοδήματος που ενδεχομένως επιφέρει η ανοιχτή μέθοδος εξαιτίας της πιθανής πολύμηνης αποκατάστασης.

Για την αποτελεσματικότητα αυτής της μεθόδου έχουν πραγματοποιηθεί πολλές μελέτες. Μεταξύ αυτών και μια προοπτική μελέτη, στην οποία συμμετείχαν 21 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε επέμβαση με ένα πολύ μικρό νυστέρι σαν βελόνα (needle knife) (ομάδα Α)  και 20 ασθενείς  που υποβλήθηκαν σε διαδερμική διάνοιξη με τη χρήση υπερήχων (ομάδα Β). Σε σύγκριση με την ομάδα Α, η ομάδα Β είχε σημαντικά καλύτερα μετεγχειρητικά αποτελέσματα και έφτασε σε πλήρη απελευθέρωση (100%) σε ένα χρόνο. Επιπλέον, δεν προέκυψε καμία επιπλοκή στην ομάδα Α.

«Η διαδερμική διάνοιξη με χρήση υπερήχων μπορεί να επιτύχει το καλύτερο αποτέλεσμα για τον εκτινασσόμενο δάκτυλο και σε ελάχιστο χρόνο ο ασθενής να αποκτήσει και πάλι την πλήρη λειτουργικότητά του», καταλήγει ο Dr Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος.

Μάθετε περισσότερα!

Κλείστε τώρα ραντεβού ή μάθετε περισσότερα για τον εκτινασσόμενο δάκτυλο και τη θεραπεία του πατώντας εδώ!